Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

Μια κάποια λύσις...

Η ανάρτηση αυτή θα ταίριαζε καλύτερα ως επίλογος της προηγούμενης. Ωστόσο, επειδή μεσολάβησε (ως συνήθως) μεγάλο διάστημα μεταξύ των δύο αναρτήσεων, ανέβηκε ξεχωριστά.

Πολλές φορές στην ιστορία μίας χώρας, ιδιαίτερα μιας μικρής χώρας, έρχονται στιγμές όπου οι άνθρωποί της δεν έχουν στα χέρια τους τη μοίρα της. Αντίθετα, αυτή καθορίζεται περισσότερο από τις διεθνείς συγκυρίες, και την θέληση των διάφορων περιφερειακών ή παγκόσμιων δυνάμεων. Σε αυτήν την δύσκολη στιγμή βρίσκεται και η Ελλάδα, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο δεν είναι μόνη της. Ολόκληρη η Ευρώπη σήμερα εξαρτάται όσο ποτέ άλλοτε στη σύγχρονη ιστορία από τις εξελίξεις εκτός Ευρώπης.

Στην προηγούμενη ανάρτηση είδαμε πως οι βασικές αιτίες της κρίσης στην Ευρώπη είναι οι δραματικές αλλαγές στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη που επέφερε η παγκοσμιοποίηση του εμπορίου με τη δυναμική είσοδο των ανερχόμενων οικονομιών στις διεθνείς αγορές. Με άλλα λόγια, η Ευρώπη υφίσταται το σοκ της απαρχής ενός, αν όχι απλά ασιατικού, τότε σίγουρα ενός "παγκόσμιου", πολυπολικού αιώνα, όπου η οικονομική πρωτοκαθεδρία της δεν θα είναι εξασφαλισμένη, αλλά θα δοκιμάζεται συνεχώς.

Στην πρώτη φάση της, η κρίση έχει χτυπήσει κυρίως τις χώρες του Νότου, κυρίως διότι οι οικονομίες τους ήταν πολύ πιο ευάλωτες στον νέο ανταγωνισμό, ενώ ο Βοράς βγήκε αλώβητος, αν όχι ωφελημένος από τις αλλαγές αυτές. Η κρίση όμως προχωράει και είναι δύσκολο κανείς να προβλέψει την επόμενη φάση της. Ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας για την εξέλιξή της είναι η πορεία των ανερχόμενων οικονομιών. Αν μπορέσουν να καλύψουν το έδαφος στον τεχνολογικό-βιομηχανικό τομέα, δεν είναι καθόλου απίθανο να δούμε τους ισχυρούς της Ευρώπης να περνούν και αυτοί το κατώφλι της κρίσης, με τα ισοζύγιά τους σε πτώση, την ανεργία να αυξάνεται και τους μισθούς να μειώνονται. Ήδη στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής, για παράδειγμα, η Ευρώπη έχει χάσει την προνομιακή της θέση, με την δυναμική επέλαση αντίστοιχων Κορεατικών και Κινεζικών βιομηχανιών, οι οποίες κατέρριψαν και τον μύθο της μόνιμης τεχνολογικής πρωτοκαθεδρίας της Δύσης. Από την άλλη πλευρά, οι οικονομίες αυτές έχουν μπροστά τους μία σειρά από μεγάλες προκλήσεις και εμπόδια, όπως η πτώση της ζήτησης στο δυτικό κόσμο αλλά και η καταπόνηση των υλικών και κοινωνικών υποδομών στο εσωτερικό τους. Είναι πιθανό, για να μπορέσουν οι χώρες αυτές να δημιουργήσουν βιώσιμη ανάπτυξη στηριγμένη στην εσωτερική ζήτηση, να αναγκαστούν να επιχειρήσουν κοινωνικές μεταρρυθμίσεις παρόμοιες με εκείνες που επιτεύχθηκαν στην Ευρώπη τον προηγούμενο αιώνα. Και όπως έδειξε η δική μας Ιστορία, οι μεταρρυθμίσεις αυτές δεν επιτυγχάνονται ούτε γρήγορα ούτε και αναίμακτα.

Όποιες και να είναι εξελίξεις ωστόσο το ερώτημα για τους εργαζόμενους στη Δύση παραμένει: υπάρχει "μια κάποια λύσις"; Δυστυχώς, η μόνη οριστική λύση είναι να εξαλειφθεί η πιο βασική αιτία της κρίσης, που είναι ο φαύλος κύκλος ανταγωνιστικότητας-ύφεσης. Για να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει οι εργαζόμενοι στις ανερχόμενες οικονομίες να διεκδικήσουν ένα πιο δίκαιο μερίδιο από τα κέρδη της παραγωγής. Με άλλα λόγια, την παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου θα πρέπει να ακολουθήσει η παγκοσμιοποίηση των συνθηκών εργασίας. Κάτι τέτοιο όμως προς το παρών μοιάζει πολύ δύσκολο. Οι βασικές προϋποθέσεις που βοήθησαν την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού μοντέλου εργασίας - ο βιομηχανικός τρόπος παραγωγής, η ανάπτυξη, οι καθολικές εκλογές και το οργανωμένο εργατικό κίνημα - δεν πληρούνται ούτε κατά το ήμισυ στις περισσότερες από τις ανερχόμενες οικονομίες. Το αν, το πότε και το πώς θα αναπτυχθούν παραμένουν αναπάντητα ερωτήματα.

Αυτό που μένει λοιπόν για τις οικονομίες της Δύσης είναι η, χιλιοειπωμένη είναι αλήθεια, εκμετάλλευση των ανταγωνιστικών τους πλεονεκτημάτων. Κινήσεις προστατευτισμού έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά επικίνδυνες, ενώ τα όποια νομισματικά μέτρα μπορούν αν γίνουν στην κατάλληλη στιγμή να βοηθήσουν, αλλά δεν μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα που επιβάλλουν οι σχέσεις παραγωγής, προσφοράς και ζήτησης. Εντός αυτού του πλαισίου οι Ευρωπαίοι καλούνται να ανακαλύψουν ξανά το ευρωπαϊκό μοντέλο που ενδεχομένως να μην προσφέρει τα ίδια επίπεδα ευμάρειας στους πολίτες, αλλά θα συνεχίζει να εξασφαλίζει δικαιοσύνη στην κατανομή των αγαθών και γενικότερα στην κατανομή των ευκαιριών ευτυχίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: